Τον τελευταίο καιρό κάποιοι γκρινιάζουν για τα Μ.Μ.Ε. και την κατάντια τους, για τη «δικτατορία της ηλιθιότητας» που επιβάλλεται μέσα από αυτά, για τον επηρεασμό –και πολλές φορές τον ολοκληρωτικό έλεγχο– της Κοινής Γνώμης, για την κοινωνία των «πολιτών ελεγχόμενων από τις διαφημίσεις» και φρίττουν για τον «ξεπεσμό των κάποτε ευγενικών αυτών Μέσων».
Όμως, όπως θα προσπαθήσω να δείξω σ’ αυτό το κείμενο, όλα αυτά τα φαινόμενα είναι μάλλον θετικά σημάδια, ενδείξεις ότι το «πτώμα της διανόησης και της ελεύθερης σκέψης» για το οποίο κάποιοι κλαίνε και οδύρονται, όχι μόνο δεν είναι νεκρό, αλλά μόλις τώρα έχει αρχίσει να μας δίνει τα πρώτα σημεία αληθινής ζωής, αφού ούτως ή άλλως ποτέ μέχρι σήμερα δεν έζησε πραγματικά…
Πριν όμως προχωρήσω σ’ αυτές τις σκέψεις, είμαι υποχρεωμένος να σας καλέσω σε μια ιστορική αναδρομή του «κοινωνικού έργου» που επιτελούσαν πάντοτε τα Μ.Μ.Ε., και στους σκοπούς για τους οποίους δημιουργήθηκαν.
Επιτρέψτε με λοιπόν να σας ταξιδέψω αρκετά πίσω, στην εποχή εκείνη που όλα αυτά τα «εργαλεία της δημοκρατίας» δεν υπήρχαν ακόμη, και να κάνουμε μια μικρή, συνωμοσιολογική παρουσίαση των Μ.Μ.Ε. ως εργαλεία κοινωνικού ελέγχου, που θα μας βοηθήσει στο να καταλάβουμε τι συμβαίνει σήμερα…
[tab:1] Η ΕΠΟΧΗ ΤΗΣ ΑΘΩΟΤΗΤΑΣ
Μια φορά και έναν καιρό, πριν περίπου τέσσερις εκατοντάδες χρόνια, την απόλυτη εξουσία πάνω στους ανθρώπους την είχαν οι βασιλιάδες και οι αριστοκράτες.
Οι συμπαθείς μας «γαλαζοαίματοι», ελέγχοντας βασικά τους στρατούς και έχοντας τις ιδεολογικές πλάτες που τους παρείχε η θρησκεία, κρατούσαν για τον εαυτό τους όλα τα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα και απολάμβαναν μια πλούσια ζωή, ενώ οι «κολίγοι», ως ιδιοκτησία των φεουδαρχών, ζούσαν σαν τα ζώα μέσα στην ανέχεια.
Υπάκουαν τον αριστοκράτη-φεουδάρχη, έκαναν με σκυμμένο το κεφάλι τις δουλειές που εκείνος τους υποδείκνυε – και αυτή ήταν ολόκληρη η ζωή τους.
Τα Μ.Μ.Ε. εκείνη την εποχή δεν ήταν Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, αλλά Μέσα Μαζικής Εξημέρωσης.
Και ήταν τα εξής… ένα: η Εκκλησία.
Πήγαινες σ΄αυτήν –υποχρεωτικά– μερικές φορές τη βδομάδα, για να σου υπενθυμίσουν κυρίως ότι ο γαλαζοαίματος για τον οποίο δουλεύεις είναι ξάδελφος του Θεού. Άρα, ακόμη κι αν τολμήσεις να σκεφτείς αρνητικά εναντίον του, θα καείς στην κόλαση!
Η βασική λειτουργία της Εκκλησίας, ήταν λοιπόν να σε μετατρέψει σε εξημερωμένο, πράο και πειθήνιο υποζύγιο του εκάστοτε αφεντικού.
Βέβαια, όλα αυτά είχαν και ένα πρόβλημα. Αν η μόνη ανταμοιβή που λαμβάνει ο εργάτης από τον τσιφλικά-αριστοκράτη-αφεντικό είναι να τον δέρνει όποτε εκείνος θελήσει, ο δούλος θα αδιαφορήσει για την «αύξηση της παραγωγής» του, για την «παγκόσμια κατάσταση που για να αντιμετωπιστεί απαιτεί θυσίες από τους πολίτες», για τους «ρυθμούς ανάπτυξης», και για όλα αυτά τα παράξενα με τα οποία μας σπιρουνιάζουν σήμερα.
Όσο κι αν ανέβαινε η παραγωγή του τσιφλικά-αριστοκράτη, εσύ το ίδιο ξύλο θα έτρωγες, οπότε γιατί να στεναχωρηθείς;
Και αν γινόταν πόλεμος και σκοτωνόταν ο τσιφλικάς σου, θα ερχόταν ένας άλλος σαν κι αυτόν, που θα ήταν ίδιος και απαράλλαχτος.
Οπότε, αν και είναι δύσκολο για εμάς τους «μοντέρνους» να το παραδεχτούμε, η ζωή εκείνη την αθώα εποχή δεν είχε τα σημερινά άγχη και τις σημερινές κοινωνικές ευθύνες.
Ο απλός άνθρωπος μπορούσε τουλάχιστον να καυχηθεί ότι …δεν έφταιγε αυτός για όλα αυτά που του συνέβαιναν.
Ήταν, όπως και να το κάνουμε, μια εποχή απόλυτης αθωότητας…
[tab:2] Η «ΕΘΝΙΚΗ ΙΔΕΑ» ΚΑΙ Η ΑΝΑΓΚΑΙΟΤΗΤΑ ΤΩΝ Μ.Μ.Ε.
Η εποχή της απόλυτης αθωότητας όμως πέρασε.
Η εγκαθίδρυση της αστικής τάξης και η βιομηχανική επανάσταση που έγιναν τον 18ο αιώνα, έφεραν στο προσκήνιο μια νέα ομάδα επίδοξων εξουσιαστών, των λεγόμενων πλουτοκρατών, οι οποίοι αργά ή γρήγορα απορρόφησαν και αντικατέστησαν πλήρως την αριστοκρατία.
Αυτή η νέα τάξη είχε δύο βασικά χαρακτηριστικά:
- Γνώριζε να χειρίζεται τις πολυπλοκότητες της βιομηχανικής παραγωγής και του εμπορίου, και
- έδινε μεγάλη αξία στην προσωπική μόρφωση και καλλιέργεια, γιατί μέσα από αυτήν αποκτούσαν τα τέκνα της τις δεξιότητες που απαιτούνταν για το (1).
Αυτή η νέα αριστοκρατία, για διάφορους σκοπούς, κυρίως επεκτατικούς και αύξησης επιρροής, αποφάσισε να πάρει στα χέρια της την Εξουσία σε όλα τα επίπεδα.
Αφού είχε απορροφήσει την αριστοκρατία και εξαγοράσει τους βασιλιάδες, μοναδικό εχθρό έβλεπε απέναντί της την Εκκλησία, η οποία ως μονοπώλιο πεποιθήσεων επί πολλούς αιώνες, είχε συγκεντρώσει τεράστια δύναμη.
Οι νεωτεριστές της Εξουσίας αποφάσισαν να απαξιώσουν μεθοδικά τις θεοκρατικές πεποιθήσεις του πλήθους και να προωθήσουν στη θέση τους άλλες, πιο «μοντέρνες» ιδέες, ανάμεσα στις οποίες, αποδοτικότερη για τα συμφέροντά τους φαινόταν η ιδέα του «Έθνους», που είχε αρχίσει να συζητιέται στη Δυτική Ευρώπη από τον 14ο αιώνα και ύστερα.
Υπήρχε ένα σημαντικό όμως πρόβλημα που εμπόδιζε την ιδέα του Έθνους να εξαπλωθεί.
«Έθνος» σήμαινε κοινή γλώσσα, κοινή ιστορία, κοινή θρησκεία, κοινή καταγωγή, κοινή πατρίδα.
Πώς όμως θα μπορούσες να πείσεις έναν χωρικό σε μια επαρχία, ας πούμε κάπου στη Βουργουνδία, ότι ανήκε στο «γαλλικό έθνος» και ότι ήταν «Γάλλος πολίτης»;
Δεν γνώριζε εξάλλου παρά ελάχιστα πράγματα για την Ιστορία του.
Δεν ανήκε σε συγκεκριμένη εθνική ομάδα, αλλά σε κάποια από τις εκατοντάδες φραγκο-γερμανο-νορμανδο-γαλατικές φυλές με τα παράξενα ονόματα που σχεδόν κανείς δεν θυμάται σήμερα (Τενκτέροι, Χουμάβοι, Μπρουκτέροι, Τερβίνγκοι και πάει λέγοντας…)
Αυτές οι φυλές δεν είχαν καμιά επικοινωνία αναμεταξύ τους, κι ας κατοικούσαν σε κοντινές περιοχές.
Ο χωρικός μιλούσε το δικό του ιδίωμα, που ελάχιστα έμοιαζε με εκείνο που μιλούσαν σε ένα χωριό μερικές δεκάδες χιλιόμετρα πιο εκεί.
Δεν είχε ούτε την ίδια θρησκεία με τους ανθρώπους του κοντινού χωριού, που μπορεί να ήταν Εβραίοι ή να ανήκαν σε κάποια χριστιανική αίρεση διαφορετική από τη δική του.
Το μόνο που ήξερε με σιγουριά, ήταν το όνομα του δούκα/φεουδάρχη της περιοχής του στον οποίο ανήκε αυτός και η οικογένειά του (ίσως να γνώριζε και το όνομα του Βασιλιά, αλλά κανείς δεν θα έβαζε τότε στοίχημα για αυτό).
(Τα ίδια περίπου συνέβαιναν και στην Ελλάδα, μόνο που οι τότε κρατούντες εδώ, οι Τούρκοι, έκαναν το λάθος να κρατούν ζωντανή μια «ταυτότητα» των λαών που είχαν σε κατοχή, χρησιμοποιώντας ως μεσάζοντα της εξουσίας τους τον λεγόμενο «πατριάρχη», τον «αρχηγό δηλαδή της φατρίας».
Έτσι δεν είχαν «μαζοποιήσει» τελείως τους υποταγμένους λαούς, κάτι που στράφηκε τελικά εναντίον τους και συνεχίζει να τους προβληματίζει ακόμη και σήμερα στην επικράτειά τους, κι ας οι Νεότουρκοι προσπάθησαν να «διορθώσουν» το πρόβλημα με τη γνωστή μέθοδο της γενοκτονίας.)
Η επιβολή της εθνικής ταυτότητας ήταν λοιπόν δύσκολη, και οι νέοι αριστοκράτες δυσκολεύονταν να πείσουν τους χωρικούς να εγκαταλείψουν την παθητική στάση και τον χαλαρό τρόπο ζωής τους και να εργαστούν σκληρότερα, να πολεμήσουν και να πεθάνουν «για το καλό του Έθνους».
Για να αντιμετωπίσουν αυτό το πρόβλημα και να «επιμορφώσουν» τον λαό για την εθνική ταυτότητά του, αποφάσισαν τελικά να χρησιμοποιήσουν τις ίδιες τεχνικές που χρησιμοποιούσε πάντοτε η θρησκεία, αντικαθιστώντας απλώς την έννοια του «Θεού» με την έννοια του «Έθνους».
Τα κόλπα αυτά ήταν η «Κατήχηση» και η «Θεία Κοινωνία», μόνο που η κατήχηση γινόταν πλέον στα εθνικά ιδεώδη, ενώ η Θεία Κοινωνία αντικαταστάθηκε από τη –εικονική, όπως και στο θρησκευτικό μυστήριο– συμμετοχή των πολιτών στο (εξίσου μεταφυσικό) «κοινωνικό σύνολο», μέσα από το θεσμό των Μ.Μ.Ε.
Η «εθνική κατήχηση» των νέων έγινε τελικά με τον θεσμό των «κρατικών» ή «εθνικών» σχολείων, στα οποία τα παιδιά διδάσκονταν την εθνική ταυτότητα, την εθνική γλώσσα, την Ιστορία του Έθνους και την εθνική θρησκεία.
Την εικονική «συμμετοχή του πολίτη στα κοινά», ανέλαβαν να αναπαραστήσουν τα πρώτα Μ.Μ.Ε., οι εφημερίδες, που άρχισαν να κυκλοφορούν ελεύθερα περίπου στα μέσα του 18ου αιώνα, την ίδια ακριβώς εποχή που η αστική τάξη άρχισε να αποκτά μεγάλη δύναμη.
Φυσικά, τις εφημερίδες, τις έλεγχε η αστική τάξη.
Όσο για τον τρόπο που αυτά τα Μ.Μ.Ε. έλεγχαν -και ελέγχουν ακόμη- τον πληθυσμό, διαβάστε το πλαίσιο στο τέλος του κειμένου, με τίτλο “Πώς τα Μ.Μ.Ε. ελέγχουν τις τάσεις στο κοινωνικό σύνολο;“…
[tab:3] ΤΟ ΠΡΩΤΟ Μ.Μ.Ε.
Αν έπρεπε να αποφασίσω αν θα πρέπει να έχουμε μια κυβέρνηση χωρίς εφημερίδες ή μόνο εφημερίδες χωρίς κυβέρνηση, δεν θα δίσταζα ούτε λεπτό να διαλέξω το δεύτερο. Τόμας Τζέφερσον, Τρίτος Πρόεδρος των Η.Π.Α., 1787
Μετά την ανακάλυψη της τυπογραφίας από τον Γουτεμβέργιο το 1447, άρχισαν να τυπώνονται διάφορα έντυπα στη Γερμανία και στη συνέχεια στην υπόλοιπη Ευρώπη, που θα μπορούσαμε να πούμε ότι έμοιαζαν με εφημερίδες, αφού περιείχαν νέα και αναφορές από όλο τον τότε κόσμο.
Η πρώτη όμως εφημερίδα που ήταν παρόμοια με τις σημερινές, κυκλοφόρησε στην Αγγλία το 1666. Ήταν η London Gazette και για αρκετό καιρό ήταν η μόνη νόμιμη εφημερίδα της Μεγάλης Βρετανίας, αφού οι μονάρχες πίστευαν ότι η ελεύθερη διακίνηση των πληροφοριών θα ήταν καταστροφική για την εξουσία τους. Ήταν, λοιπόν, απόλυτα ελεγχόμενη από τον βασιλιά και παρουσίαζε τα πράγματα έτσι όπως βόλευαν σ’ αυτόν.
Ανάλογες εφημερίδες εμφανίστηκαν αργότερα και στη Γαλλία και Γερμανία, με ανάλογη ποιότητα αναφορών και ανάλογη λογοκρισία.
Οι αγγλικές εφημερίδες, τηρώντας τον σκοπό τους που ήταν η δημιουργία εθνικού συναισθήματος, έγραφαν κυρίως για τις γκάφες του γαλλικού στρατού, ενώ οι γαλλικές αντίστοιχες έγραφαν, με τον ίδιο σκοπό, για τα σκάνδαλα της αγγλικής βασιλικής οικογένειας.
Άλλες φορές, η καλλιέργεια του εθνικού συναισθήματος γινόταν μέσα από την αντίστροφη διαφήμιση της εθνικής ταυτότητας των άλλων λαών.
Οι βρετανικές εφημερίδες έγραφαν π.χ.: «Οι Γάλλοι και οι Ισπανοί μάς μισούν και θα κάνουν ό,τι είναι δυνατόν για να εισβάλλουν στα όμορφα νησιά μας», επιβάλλοντας έτσι υποσυνείδητα στους κατοίκους της Βρετανίας την εθνική τους ταυτότητα και συνοχή, άσχετα αν αυτοί αποτελούνταν πάντοτε από διάφορους λαούς που μισούν ο ένας τον άλλον θανάσιμα, από Ουαλλούς, Άγγλους, Σκοτσέζους και Ιρλανδούς…
Από εκείνη την εποχή φάνηκε λοιπόν η πρώτη χρήση των Μ.Μ.Ε.: η παραπληροφόρηση.
Η παραπληροφόρηση δεν είναι αναγκαστικά η δημοσίευση ψεύτικων ειδήσεων, αλλά και η παρουσίαση των γεγονότων με τέτοιο τρόπο, ώστε να προκαλούν ελεγχόμενες και συγκεκριμένες αντιδράσεις στους αποδέκτες της πληροφορίας, και να εξυπηρετούνται τα εκάστοτε συμφέροντα των ελεγκτών των Μ.Μ.Ε..
Στην Αμερική, η πρώτη εφημερίδα, η Publick Occurrences, κυκλοφόρησε το 1690, αλλά απέτυχε παταγωδώς να προσελκύσει το ενδιαφέρον του κοινού, καθώς ήταν ελεγχόμενη από τον αποικιακό στρατό των Άγγλων.
Χρειάστηκαν περίπου 90 χρόνια και η Αμερικανική Επανάσταση, για να ξεκινήσει η έκρηξη του Τύπου στις Η.Π.Α. και να γίνουν οι εφημερίδες θεμέλιος θεσμός του νέου κράτους που δημιουργήθηκε εκεί.
Τη νομική κατοχύρωση της «ελευθερίας του Τύπου» την έκανε πρώτη η Σουηδία το 1766.
Οι Η.Π.Α. την κατοχύρωσαν το 1791, στην περίφημη πρώτη τροποποίηση του συντάγματός τους.
Όμως, η ελευθερία του Τύπου στις Η.Π.Α. υπαναχώρησε άμεσα, το 1798, όταν ψηφίστηκε από το Κογκρέσο και τον πρόεδρο Τζον Άνταμς ο νόμος «Sedition Act» που όριζε ότι «κάθε ψεύτικη, σκανδαλώδης ή κακοπροαίρετη δημοσίευση ενάντια στην Κυβέρνηση των Η.Π.Α., με σκοπό να προκαλέσει την απαξίωση ή την περιφρόνηση του Κογκρέσου ή του Προέδρου ή κάποιου άλλου αξιωματούχου, τιμωρείται με πρόστιμα και φυλάκιση».
Δηλαδή, στις Η.Π.Α. είχες δικαίωμα να γράφεις ό,τι θέλεις, φτάνει να μη μιλούσες για την κυβέρνηση και να μη τολμούσες να την κριτικάρεις. (Αυτός ο νόμος ξαναψηφίστηκε το 1918 και χρησιμοποιήθηκε για να εξαπολυθεί τότε μια εκστρατεία συλλήψεων και εξάρθρωσης των πολιτικά ενεργών ή αριστερών Αμερικανών πολιτών, και φυσικά ξαναχρησιμοποιήθηκε την εποχή του Μακαρθισμού για τον ίδιο λόγο.)
Με άλλα λόγια, η περίφημη ελευθερία του Τύπου ήταν ανύπαρκτη εκείνη την εποχή, όπως ήταν βέβαια ανύπαρκτη και στις εποχές που ακολούθησαν.
Ακόμη και όταν διαφημιζόταν από τις εκάστοτε κυβερνήσεις, μη νομίζετε ότι άλλαζε κάτι, γιατί οι εφημερίδες, όπως και όλα τα Μ.Μ.Ε., προωθούσαν πάντοτε τα συμφέροντα και τις πολιτικές επιδιώξεις των εκδοτών τους, και οι δημοσιογράφοι έγραφαν ό,τι τους επιτρεπόταν να γράφουν ή ό,τι αγόραζαν οι εκδότες. (Κάτι που μέχρι σήμερα δεν έχει αλλάξει τόσο πολύ, αντίθετα με ό,τι θέλουμε να πιστεύουμε…)
Με τη δημιουργία λοιπόν των πρώτων εφημερίδων έχουμε και τη γέννηση των Μ.Μ.Ε. που κατεύθυναν την κοινωνική συνείδηση. Και το «νεογέννητο» θα μεγάλωνε απίστευτα στα χρόνια που θα ακολουθούσαν.
Φυσικά, δεν ήταν μονάχα οι δυνάμεις της εξουσίας που χρησιμοποιούσαν με αυτό τον τρόπο τα Μ.Μ.Ε., αλλά και οι διάφοροι «επαναστάτες».
Έτσι, αρκετές εφημερίδες χρησιμοποιήθηκαν ως εργαλεία πολιτικής και επαναστατικής προπαγάνδας σε αρκετά μέρη του πλανήτη.
Ο Λένιν το 1900 δημοσίευσε την εφημερίδα Ίσκρα (Σπίθα) και το 1925 η εφημερίδα Θαν Νιεν κυκλοφόρησε στο Βιετνάμ και άρχισε να προωθεί τις μαρξιστικές αντιλήψεις…
[tab:4] ΚΙΤΡΙΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΒΑΡΟΝΟΙ ΤΩΝ Μ.Μ.Ε.
Με την εμφάνιση των εφημερίδων έκανε την εμφάνισή του και ο «κιτρινισμός», δηλαδή η προώθηση ειδήσεων και κειμένων που επικεντρώνονται σε εγκλήματα, στη βία, σε έντονα και απλοϊκά συναισθήματα και στο σεξ, σε βάρος άλλων, σοβαρότερων ειδήσεων και αναλύσεων. Ο κιτρινισμός θέριεψε στις Η.Π.Α. και κανένας νόμος δεν μπόρεσε ποτέ να τον καταπολεμήσει, κι ας υπήρξε γενική κατακραυγή εναντίον του από διάφορους διανοούμενους ή ευσυνείδητους δημοσιογράφους.
Η πρώτη καθαρά «κίτρινη» εφημερίδα θα μπορούσε να θεωρηθεί η New York Herald (Κήρυκας της Νέας Υόρκης) του εκδότη Τζέιμς Γκόρντον Μπένετ, η οποία αν και έγινε επίκεντρο διαμάχης και πολεμήθηκε από όλες σχεδόν τις άλλες εφημερίδες της εποχής της, έγινε το 1840 η εφημερίδα με τις μεγαλύτερες πωλήσεις.
Ο νεωτερισμός της ήταν η εμμονή του εκδότη της να περιγράφει με πολλές «αιματηρές» λεπτομέρειες τα διάφορα εγκλήματα και τα σεξουαλικά σκάνδαλα.
Αλλά ο Μπένετ και ο Κήρυκάς του δεν μπορούν να συγκριθούν με τον ερχομό στα εκδοτικά πράγματα του Τζόζεφ Πούλιτζερ και του Γουλίαμ Ράντολφ Χιρστ, των μεγαλύτερων στην Ιστορία Βαρόνων των Μ.Μ.Ε..
Ο πρώτος ξεκίνησε τη «νέα ειδησεογραφία» το 1878 με την έκδοση της εφημερίδας St. Louis Post-Dispatch, και ουσιαστικά ήταν αυτός που «δίδαξε» τη χρήση των εντυπωσιακών πρωτοσέλιδων που προκαλούν τον αναγνώστη με τίτλους γεμάτους υπαινιγμούς για αποκαλύψεις σεξουαλικού και βίαιου περιεχομένου.
Πρέπει βέβαια να τονίσω ότι ο Πούλιτζερ, αν και πολλές φορές ήταν πράγματι «κίτρινος», χρησιμοποίησε τις εφημερίδες του για να κάνει έναν μεγάλο αγώνα υπέρ των εργατών, των μεταναστών, των φτωχών και των γυναικών, και ήταν εφευρέτης πολλών εκδοτικών καινοτομιών.
Ίσως αν δεν υπήρχε αυτός, πολλές ιδέες περί Ελευθερίας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων να μην είχαν προωθηθεί και πολλά πράγματα στην Ιστορία να είχαν εξελιχθεί τελείως διαφορετικά.
Ανάλογα λοιπόν με το αν αποδεχόμαστε ή όχι ότι «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα», αξιολογούμε τον Πούλιτζερ.
Ο Πούλιτζερ και ο τρόπος με τον οποίο χειριζόταν τις εφημερίδες του, έγιναν πρότυπο για τον νεαρό Γουίλιαμ Ράντολφ Χιρστ, ο οποίος ανέλαβε το 1887 την εφημερίδα του πατέρα του, την San Francisco Examiner.
Ο Χιρστ, θαυμαστής των μεθόδων αλλά όχι και των ιδεών του Πούλιτζερ, είχε αποφασίσει να δημιουργήσει ένα μονοπώλιο των Μ.Μ.Ε. και να χτίσει μια τεράστια αυτοκρατορία μέσα από αυτά, χρησιμοποιώντας κάθε θεμιτό ή αθέμιτο μέσο. Στη διάθεσή του είχε ήδη μια τεράστια περιουσία που αποτελούνταν κυρίως από μεταλλεία ασημιού, την οποία επένδυσε ολόκληρη στις εκδοτικές επιχειρήσεις και αργότερα στα νέα Μ.Μ.Ε., τον κινηματογράφο, το ραδιόφωνο και την τηλεόραση.
Οι «δημοσιογραφικοί» μέθοδοι που χρησιμοποιούσε ο Χιρστ ήταν το απαύγασμα του κιτρινισμού.
Είναι γνωστή η περίφημη φράση του: «Φτιάξε μου τις φωτογραφίες και θα σου φτιάξω τον Πόλεμο», εννοώντας ότι μπορούσε να κατασκευάσει οποιαδήποτε πολιτική κατάσταση ήθελε, χρησιμοποιώντας κατασκευασμένες ειδήσεις και προπαγάνδα.
Έτσι θεωρείται ότι αυτός προκάλεσε το 1898 την έναρξη του πολέμου των Η.Π.Α. ενάντια στην Ισπανία!
Ο Χιρστ απαιτούσε από τους δημοσιογράφους του να «χρωματίζουν» έντονα τα άρθρα τους και να απευθύνονται στα χαμηλότερα ένστικτα των αναγνωστών, ταίριαζε ψεύτικες φωτογραφίες με εντυπωσιακούς τίτλους για να προκαλέσει εντυπώσεις, προωθούσε ως «ονόματα» τους ανθρώπους του και έθαβε τους άλλους ώστε να μην μπορούν να φτάσουν στο ευρύ κοινό.
Ταυτόχρονα, χρηματοδοτούσε πολιτικούς και βιομηχάνους, έκλεινε μέχρι και ολόκληρες βιομηχανίες αν θίγονταν τα συμφέροντά του, λέγεται ότι έφτασε μέχρι και στην κυριολεκτική εξολόθρευση ανθρώπων.
Υπάρχουν βάσιμες υποψίες ότι σκότωσε έναν κινηματογραφικό παραγωγό, τον Τόμας Ίνκε πάνω στο γιοτ του, και πλήρωσε τους γιατρούς και την αστυνομία για να αποσιωπήσουν το γεγονός και να πούνε ότι ο Ίνκε πέθανε από …στομαχικές διαταραχές!
Επίσης, πρωτοστάτησε στον αγώνα για την απαγόρευση της μαριχουάνας, όχι όμως γιατί ήταν εναντίον των ναρκωτικών, αλλά γιατί ήθελε να κλείσει τη βιομηχανία χαρτιού που άκμαζε εκείνη την εποχή και χρησιμοποιούσε ως πρώτη ύλη αυτό το φυτό, γιατί ο Χιρστ είχε επενδύσει στο χαρτί φτιαγμένο από ξύλο και χημικό πολτό …
Πέρα από τις φήμες, ο Χιρστ προσπάθησε πράγματι και μάλλον πέτυχε να δημιουργήσει μια ολόκληρη «πλαστή πραγματικότητα» στις Η.Π.Α., την οποία διαμόρφωνε ο ίδιος όπως ήθελε, με τη βοήθεια των Μ.Μ.Ε. που έλεγχε.
Με αυτές τις μεθόδους, μέσα σε μερικές δεκαετίες αγόρασε ή δημιούργησε πάνω από 50 εφημερίδες ημερήσιες ή εβδομαδιαίες, 12 ραδιοσταθμούς, δύο παγκόσμια πρακτορεία ειδήσεων, δύο κινηματογραφικές εταιρείες, το 1948 αγόρασε έναν από τους πρώτους τηλεοπτικούς σταθμούς των Η.Π.Α., τον BWAL-TV, και την εποχή ανάμεσα στους δύο παγκόσμιους πολέμους έφτασε να πουλάει πάνω από 13 εκατομμύρια φύλλα ημερησίως!
Με την περίπτωσή του Χιρστ ασχολήθηκε ο μεγάλος σκηνοθέτης Όρσον Γουέλς στην κλασική του ταινία Πολίτης Κέιν του 1941 (που θεωρείται από πολλούς η καλύτερη όλων των εποχών), κεντρικό πρόσωπο της οποίας είναι ο Χιρστ (με αλλαγμένο όνομα, ως Κέιν), και στην οποία ο Γουέλς τόλμησε να σχολιάσει και να αποκαλύψει το παρασκήνιο και τις μεθόδους του Βαρόνου των Μ.Μ.Ε.
Οι άνθρωποι του Χιρστ προσπάθησαν να κάψουν το αρνητικό του φιλμ, να το αποσύρουν από την κυκλοφορία, και ξεκίνησαν έναν διαρκή και ασταμάτητο πόλεμο ενάντια στον Γουέλς. Το αποτέλεσμα ήταν ότι ο Γουέλς από εκεί και έπειτα δυσκολεύτηκε απίστευτα να γυρίσει τις επόμενες ταινίες του, εξουθενώθηκε, και δεν έλαβε ποτέ την αναγνώριση που του άξιζε…
Η αυτοκρατορία του Χιρστ επηρέασε τελικά ίσως όσο τίποτε άλλο τη σκέψη των Αμερικανών.
Ο Χιρστ ήταν εθνικιστής, ακροδεξιός, φανατικός εχθρός της αριστερής ιδεολογίας, αδιαφορούσε για τους φτωχούς και τους αδύνατους, και συμπαθούσε το ναζιστικό κίνημα στη Γερμανία, το οποίο ήθελε μάλιστα να το βοηθήσει για να πολεμήσει και να καταστρέψει τη Σοβιετική Ένωση.
Έφτασε μάλιστα στο σημείο να ταξιδέψει το 1934 στη Γερμανία και να συναντηθεί με τον Χίτλερ, ο οποίος μάλιστα τον φιλοξένησε!
Όταν επέστρεψε στις Η.Π.Α., προσπάθησε να κάνει προπαγάνδα υπέρ των ναζί και να δημοσιεύσει σειρά άρθρων του αρχι-ναζί Γκέρινγκ, αλλά το αντιναζιστικό συναίσθημα των Αμερικανών τον υποχρέωσε να σταματήσει αυτή την κίνηση.
Όμως αυτός συνέχισε με πλάγιο τρόπο, δημοσιεύοντας εκατοντάδες άρθρα κατά της Σοβιετικής Ένωσης.
Φυσικά, όταν ξεκίνησε ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, ο Χιρστ προσπάθησε να πείσει τους Αμερικανούς να μη στραφούν ενάντια στον Χίτλερ.
Μετά τον πόλεμο, ο όμιλος των εταιρειών του Χιρστ ήταν βασικός υποστηρικτής του Μακαρθισμού και του «κυνηγιού μαγισσών» ενάντια στους αριστερούς Αμερικανούς.
Σήμερα εξακολουθεί να προωθεί ανάλογες ιδέες και είναι μια από τις μεγαλύτερες εταιρείες στον κόσμο, με περισσότερες από 100 θυγατρικές επιχειρήσεις. Περιλαμβάνει τηλεοπτικούς σταθμούς, καλωδιακά κανάλια, περιοδικά, εκδοτικούς οίκους, ραδιοφωνικούς σταθμούς, πρακτορεία ειδήσεων…
Τις τεχνικές «ενημέρωσης» που ανέπτυξε ο Χιρστ ολοφάνερα δανείστηκαν οι ναζί για να στήσουν την τεράστια προπαγάνδα τους, με την οποία παρέσυραν τον γερμανικό λαό στις εγκληματικές πράξεις που έγιναν στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Ο γνωστός δόκτορας της προπαγάνδας, δρ. Γιόζεφ Γκέμπελς, μετέτρεψε τις τεχνικές του κίτρινου τύπου και της υπόγειας καθοδήγησης του πλήθους σε πραγματική Επιστήμη.
Και στις 27 Φεβρουαρίου του 1933, οι ναζί έβαλαν φωτιά στο γερμανικό Κοινοβούλιο και κατηγόρησαν ως υπαίτιους τους κομμουνιστές, γνωρίζοντας ότι ο πολύς κόσμος δεν θα καταλάβαινε τι συμβαίνει, αλλά θα πίστευε εκείνους που θα ακούγονταν περισσότερο, εκείνους που έλεγχαν το μεγαλύτερο ποσοστό των Μ.Μ.Ε., δηλαδή τους ίδιους τους ναζί.
Έτσι, στις εκλογές που ακολούθησαν, οι ναζί εξασφάλισαν 17,3 εκατομμύρια ψήφους.
Έτσι ξεκίνησε η πορεία της Ευρώπης προς τα εκατομμύρια των νεκρών του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου…
Ελπίζω ότι έχει αρχίσει να φαίνεται ποια ήταν η βασική λειτουργία του Τύπου και των Μ.Μ.Ε. κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα:
Ήταν η δημιουργία ενός καθοδηγούμενου «κοινωνικού συνόλου», όχι όμως με την προώθηση γνώσεων και προτάσεων ή επαναστατικών ιδεών, αλλά με τη προώθηση ψευδών, παραφουσκωμένων, παραπλανητικών και χαμηλότατου επιπέδου ειδήσεων.
Έτσι, τέθηκαν καλά οι βάσεις που οδήγησαν αργότερα στην «δικτατορία της ηλιθιότητας»…
Σήμερα, τα μεγάλα Μ.Μ.Ε. διαφημίζουν τον εαυτό τους ως «φύλακες της Δημοκρατίας» και «προασπιστές των δικαιωμάτων του λαού» κλπ.
Ελπίζω να είναι φανερό στον αναγνώστη ότι ελάχιστοι μπορούν να καυχηθούν κάτι τέτοιο.
Το μεγαλύτερο μέρος των Μ.Μ.Ε. ήταν πάντοτε καθοδηγούμενο, εξυπηρετούσε πάντοτε πολιτικά και εξουσιαστικά συμφέροντα, και οι αυτοχαρακτηρισμοί «προστάτες της Δημοκρατίας» είναι μονάχα επικίνδυνοι λαϊκισμοί.
Εξάλλου, πώς θα μπορούσε να είναι δημοκρατικό ένα «Μαζικό Μέσο», που προβάλλει την άποψη ενός ή μερικών ανθρώπων, στο σύνολο σχεδόν του πληθυσμού μιας χώρας;
Αυτό είναι, αντίθετα, ο ορισμός του Ολοκληρωτισμού!
[tab:5] Η ΕΠΟΧΗ ΤΗΣ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗΣ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ
Στο τέλος του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου, τα Μ.Μ.Ε. είχαν πολλαπλασιαστεί, και δεν ήταν πλέον μόνο οι εφημερίδες και τα έντυπα, αλλά και το ραδιόφωνο, ο κινηματογράφος και η τηλεόραση.
Αυτό θα ήταν καλό, μόνο όμως αν αυτά τα μέσα ήταν πραγματικά αποκεντρωμένα και ελεύθερα και δεν ελέγχονταν από τις κυβερνήσεις ή από μερικά τραστ ανάλογα με τον Όμιλο Χιρστ, και αν δεν χρησιμοποιούνταν σε όλα αυτά οι ίδιες τεχνικές προπαγάνδας και επηρεασμού.
Αντί όμως να επιτευχθεί η πολυφωνία των ιδεών και των αντιλήψεων, το αποτέλεσμα του πολλαπλασιασμού των Μ.Μ.Ε. ήταν μονάχα να ενταθεί η «πλύση εγκεφάλου» που κάποιες εξουσιαστικές ομάδες ασκούσαν στον πληθυσμό.
Με την πτώση μάλιστα του εθνικισμού και το άνοιγμα των συνόρων των δυτικών κρατών, τα Μ.Μ.Ε. άρχισαν να αποκτούν παγκόσμιο χαρακτήρα.
Έτσι, ο Έλληνας των αρχών της δεκαετίας του 1980, έβλεπε κάθε βράδυ στην τηλεόρασή του αμερικανικές ταινίες, μάθαινε νέα από το πρακτορείο Ρόιτερς, και λάμβανε πληροφόρηση μέσα από το κρατικό κανάλι ειδήσεων, εκτός κι αν διάβαζε και εφημερίδες, στις οποίες παρουσιάζονταν και κάποιες άλλες απόψεις, αφού οι εποχές απαιτούσαν την απελευθέρωση του Τύπου.
Έτσι τέθηκαν οι βάσεις της Παγκοσμιοποίησης.
Η τηλεόραση παραγκώνισε άμεσα τις εφημερίδες από τον ρόλο του δημοφιλέστερου μέσου, αλλά οι τεχνικές του επηρεασμού της κοινής γνώμης μέσα από αυτήν δεν άλλαζαν σε τίποτε, απλώς ενισχύονταν από τη δύναμη της εικόνας.
Μεγάλο μέρος του πληθυσμού ακόμη και σήμερα πιστεύει στην εικόνα, αν και είναι πλέον γνωστό ότι τα σκηνοθετικά και τα εικονοληπτικά τρικ μπορούν να παρουσιάζουν τα πράγματα όπως θέλει ο κάθε σκηνοθέτης.
Εκείνη την εποχή όμως, μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου μέχρι την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης, δεν υπήρχε η «δικτατορία της ηλιθιότητας» που κυβερνά τα τελευταία χρόνια τα Μ.Μ.Ε..
Αν και έκαναν συνεχώς προπαγάνδα, τα Μέσα προσπαθούσαν να φαίνονται σοβαρά, να διατηρούν υψηλό επίπεδο κύρους και να προωθούν κάποιες θετικές πλευρές του πολιτισμού, ενώ ακόμη και η δημοσιογραφία, άσχετο αν ήταν κατευθυνόμενη, διατηρούσε κάποια προσχήματα.
Ήταν μια εποχή Υποχρεωτικής Δεοντολογίας.
Γιατί συνέβαινε αυτό; Η απάντηση βρίσκεται στον Ψυχρό Πόλεμο.
Μετά το θάνατο του Στάλιν το 1953 και με τη δημιουργία στη Σοβιετική Ένωση ενός πιο ελεύθερου πολιτικού σκηνικού, οι Ρώσοι εξαπέλυσαν μέσω του πρακτορείου TASS μια αποτελεσματική πληροφοριακή αντεπίθεση στη δυτική προπαγάνδα.
Άρχισαν να δημοσιεύουν και να στέλνουν στον υπόλοιπο κόσμο ενδιαφέροντα νέα και απόψεις, τα οποία προωθούσαν το υποτιθέμενο «επιστημονικό-σοσιαλιστικό» μοντέλο σκέψης.
Αυτό το μοντέλο σκέψης ερχόταν σε άμεση σύγκριση με το αμερικανικό-δυτικό, ειδικά όταν το δεύτερο προσπαθούσε να χρησιμοποιήσει την «κίτρινη» προπαγάνδα των αρχών του 20ού αιώνα, και έτσι το σοβιετικό έπειθε περισσότερο κόσμο.
Οπότε, οι δυτικοί ελεγκτές των Μ.Μ.Ε. ήταν αναγκασμένοι να κρατούν κάποια προσχήματα σοβαρότητας και ορθολογισμού.
Ο γνωστός φονταμενταλιστής ιεροκήρυκας και «πατριώτης» των αμερικανικών Μ.Μ.Ε. Τζέρι Φάλγουελ, είχε φωνάξει δημοσίως το περίφημο: «Τα σχολικά βιβλία είναι σοβιετική προπαγάνδα!» διαμαρτυρόμενος για το γεγονός ότι εκείνη την εποχή τα αμερικανικά σχολεία ήταν υποχρεωμένα να κρατούν ένα σοβαρό επιστημονικό επίπεδο για να αντεπεξέλθουν στη σοβιετική αντεπίθεση και να διατηρήσουν το κύρος τους.
Ήταν φανερό ότι με αυτή την κατάσταση, το επίπεδο του πλήθους ανέβηκε, και το ίδιο συνέβη και στα Μ.Μ.Ε. της Δύσης.
Όμως, η Σοβιετική Ένωση κατέρρευσε το 1991. Μαζί της παρέσυρε πολλά κεκτημένα του δυτικού πολίτη, που οι εξουσίες της Δύσης δεν είχαν λόγους να διατηρήσουν, αφού το «αντίπαλο δέος» δεν υπήρχε πλέον.
Έτσι, όπως αίρονται σήμερα τα ασφαλιστικά δικαιώματα των εργαζομένων σε όλη την Ευρώπη, για τον ίδιο λόγο άρχισαν να αίρονται από το 1991 και ύστερα τα δημοσιογραφικά κεκτημένα.
Όπως είπε ο αντιπρόσωπος του Λευκού Οίκου, Νιουτ Γκίνγκριτς, σε μια ομιλία του:
«Τώρα που δεν υπάρχει η Σοβιετική Ένωση, μπορούμε να διακινδυνεύσουμε μια ανόητη διακυβέρνηση»
…προβλέποντας τον ερχομό της Εποχής της Ηλιθιότητας…
[tab:6] Η ΔΙΚΤΑΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΗΛΙΘΙΟΤΗΤΑΣ
Ας ανακεφαλαιώσουμε λοιπόν την αναδρομή που κάναμε μέχρι εδώ.
Η «Εποχή της Αθωότητας» έχει περάσει προ πολλού, η «Εποχή της Δημιουργίας Εθνικής Συνείδησης» πέτυχε τον στόχο της, η «Εποχή της Καθοδήγησης» είχε αρχίσει να προδίδει τα μυστικά της και η «Εποχή της Υποχρεωτικής Δεοντολογίας» είχε χάσει πλέον τον λόγο της ύπαρξής της.
Έτσι φτάσαμε στην Εποχή της Ηλιθιότητας.
Απελευθερωμένα από την ανάγκη της δεοντολογίας, τα Μ.Μ.Ε. έσπευσαν μετά το 1991 να επαναλάβουν όλα αυτά που είχαν αναγκαστεί να ξεχάσουν μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Και έτσι ξεκίνησε η απίστευτη κατάπτωση των Μ.Μ.Ε., που ζούμε τα τελευταία 15 χρόνια.
Ο καταναλωτισμός αντικατέστησε τη λογική, οι δημοσιογράφοι έγιναν ξανά δημαγωγοί, η ποιότητα επειδή κοστίζει κρίθηκε ως περιττή και όλα τα Μ.Μ.Ε. γέμισαν τον χρόνο τους με ό,τι πιο φτηνό θα μπορούσαν να πουλήσουν.
Οι εφημερίδες αντί να πουλούν άποψη άρχισαν να πουλάνε CD, τα τηλεοπτικά κανάλια αντί να πληρώσουν για να φτιάξουν σοβαρές και ενδιαφέρουσες εκπομπές άρχισαν να γεμίζουν τον τηλεοπτικό χρόνο τους με reality που κοστίζουν ελάχιστα, βάζοντας κάποιους τυχαίους στην οθόνη, και όλοι σχεδόν οι εκδότες, οι καναλάρχες και οι παραγωγοί των Μ.Μ.Ε. αποφάσισαν ότι ήρθε ο καιρός τους να γίνουν οι νέοι Χιρστ, στη θέση του Χιρστ!
Οι δημαγωγοί των Μ.Μ.Ε. έφτασαν μάλιστα στο σημείο να παρουσιάζουν γραφικούς, τρελούς και εκκεντρικούς ανθρώπους, με σκοπό να τραβήξουν την ελάχιστη προσοχή που πλέον λάμβαναν από το κοινό, και έτσι ο τηλεοπτικός χρόνος γέμισε με φάλτσους τραγουδιστές, με καλεσμένους της Αννίτα Πάνια και του Μικρούτσικου, με κυράτσες και με κυρίες Λουκά, με τηλεμάρκετινγκ εθνικιστές και με συνωμοσιολόγους της κακιάς ώρας και του χείριστου εθνικιστο-παρανοïκού στυλ.
Οι παραγωγοί άρχισαν να προβάλλουν στο κοινό ό,τι σκουπίδι έβρισκαν μπροστά τους ή να μετατρέπουν σε σκουπίδια οποιοδήποτε ενδιαφέρον θέμα έπεφτε στην αντίληψή τους…
Αν και στην αρχή το όλο σκηνικό είχε ένα punk-trash ενδιαφέρον, γρήγορα το πανηγύρι της ξεφτίλας και της ηλιθιότητας μετατράπηκε σε …Δόγμα των Μ.Μ.Ε.:
«Αντί να ξοδέψεις σε μια σοβαρή εκπομπή, φτιάξε ένα ριάλιτι για ηλίθιους, που είναι και φτηνό».
Έτσι φτάσαμε στη «Δικτατορία της Ηλιθιότητας».
Όλο αυτό το σκηνικό, συνέπεσε:
- με την εξάπλωση του Internet (το οποίο βέβαια δεν είναι σε καλύτερη κατάσταση – διαβάστε το σχετικό άρθρο μου στο Strange 86, τεύχος Μαρτίου 2006),
- με την τεράστια πτώση των τιμών των μηχανημάτων εικόνας και ήχου (οπότε ο καθένας έχει πλέον ένα DVD στο σπίτι του και μπορεί να επιλέξει με τι θέαμα θα περάσει τη νύχτα του),
- με την εύκολη πλέον δημιουργία ενός τηλεοπτικού σταθμού, οπότε οι τηλεοράσεις μας γέμισαν με μικρά κανάλια, τα οποία δεν έχουν μεν τα κεφάλαια για να φτιάξουν εκπομπές, αλλά καθώς δεν προσφέρουν και τίποτε λιγότερο από τα μεγάλα (που κι εκείνα δεν έχουν εκπομπές), κλέβουν κομμάτι της τηλεοπτικής πίτας. Ταυτόχρονα με όλα αυτά,
- έχει δημιουργηθεί ένας τεράστιος αριθμός από ειδικά έντυπα, πολλά από τα οποία έχουν εμπορικούς σκοπούς, μερικά όμως είναι αυθεντικά και προσφέρουν σοβαρή εναλλακτική άποψη και ενημέρωση.
Αυτό το χάος, τελικά, είχε ακριβώς το αντίθετο αποτέλεσμα από αυτό που επιζητούσαν οι επίδοξοι Χιρστ.
Το πρόσωπο των M.M.E. καταρρακώθηκε, άρχισε να χάνει την όποια αξιοπιστία τού είχε μείνει, και ο αριθμός των ανθρώπων που πιστεύει απόλυτα στα Μ.Μ.Ε., άρχισε να μειώνεται.
Και όχι μόνο αυτό, αλλά άρχισαν να παρουσιάζονται φαινόμενα έντονης κριτικής, που ξεπερνούν πλέον το επίπεδο της σάτιρας και μετατρέπονται σε …κράξιμο.
Το μόνο όπλο που έμεινε στα μεγάλα Μ.Μ.Ε. τα τελευταία χρόνια, ήταν η δημιουργία ψεύτικων εντυπώσεων μέσω κατευθυνόμενων δημοσκοπήσεων και μετρήσεων του στυλ AGB, για να αποδείξουν ότι ο κόσμος ενδιαφέρεται ακόμη για αυτά και για να αντλούν κεφάλαια από τους διαφημιστές.
Όμως, όπως βγήκε στο φως πρόσφατα, ακόμη και αυτές οι δημοσκοπήσεις ήταν κίβδηλες και φτιαχτές και έκρυβαν από πίσω τους διαπλεκόμενα συμφέροντα και ψεύτικα και κατευθυνόμενα συμπεράσματα.
Μια τεράστια αποκάλυψη έχει αρχίσει λοιπόν τον τελευταίο καιρό.
Τα προπαγανδιστικά κόλπα του Γκέμπελς και του Χιρστ εξακολουθούν μεν να έχουν αποτέλεσμα και να επηρεάζουν μεγάλα κομμάτια του πληθυσμού, αλλά πλέον δεν τα γνωρίζουν μόνο ελάχιστοι άνθρωποι, αλλά μεγάλο κομμάτι των πολιτών και όλοι σχεδόν οι μετέχοντες στο παιχνίδι των Μ.Μ.Ε..
Δυστυχώς για τους επίδοξους Βαρόνους των Media, αυτά τα κόλπα είχαν αξία όσο τα γνώριζαν και μπορούσαν να τα εφαρμόσουν λίγοι.
Σήμερα, όμως, όσο αυξάνεται ο αριθμός εκείνων που τα χρησιμοποιούν, τόσο αυτά προδίδονται στον πολύ κόσμο, τόσο περισσότερο αντιληπτά γίνονται, τόσο χάνουν τη δύναμή τους, και οι θεατές των Μ.Μ.Ε. αρχίζουν να αναρωτιούνται και να μαθαίνουν πώς λειτουργεί το όλο κύκλωμα.
Έτσι, ενώ το όλο σκηνικό έμοιαζε αρχικά σαν η τελική επέλαση και εγκαθίδρυση του Big Brother στη ζωή μας, αρχίζει να διαφαίνεται ότι εντελώς αντίθετα, οδηγεί στην πτώση της δικτατορίας των Μ.Μ.Ε.!…
[tab:7] Η ΔΙΚΤΑΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΚΡΑΞΙΜΑΤΟΣ
Το πιο πρόσφατο φαινόμενο είναι η εμφάνιση διάφορων «εξυπνάκηδων» που έχουν αναλάβει το ρόλο να «κράζουν» τα τεκταινόμενα στα Μ.Μ.Ε. (στο στυλ Λάκης Λαζόπουλος, Ελληνοφρένεια, Θέμος Αναστασιάδης, κ.ά.).
Ανάλογοι «εξυπνάκηδες» έχουν κάνει την εμφάνισή τους και στις εφημερίδες, αλλά και στο Internet.
Δεν σας κρύβω ότι στην αρχή είχα ανησυχήσει, καθώς στην ουσία όλοι αυτοί δεν προσφέρουν τίποτε, απλώς αναπαράγουν την όλη κακή κατάσταση.
Φοβήθηκα ότι θα ήταν μια επιπλέον τροχοπέδη, ένα επιπλέον εμπόδιο για οποιονδήποτε άνθρωπο θελήσει να εκφράσει νέες ιδέες μέσα από τα Μ.Μ.Ε.
Στη συνέχεια όμως συνειδητοποίησα ότι αυτή η κατάσταση είναι τελικά μια υγιής αντίδραση.
Είναι λογικό ότι κάποιοι άνθρωποι θα αντιδρούσαν σ’ όλη αυτή την ηλιθιότητα που μας κυβερνά σήμερα.
Η αντίδραση όμως δεν θα μπορούσε να γίνει με διανοουμενίστικο τρόπο, αφού, όπως ξέρουμε, «ένας χαζός μπορεί να κάνει 100 σοφούς να χάσουν τα λόγια τους».
Ήταν λογικό η αντίδραση στην ηλιθιότητα να γίνει χρησιμοποιώντας τους κώδικες και το λεξιλόγιο της ίδιας της ηλιθιότητας.
Και βλέπουμε ότι αυτή η «χαζή» αντίδραση, δημιούργησε τελικά σοβαρά προβλήματα μέχρι και σε «έγκυρους» εκφραστές του κατεστημένου των Μ.Μ.Ε. και της πολιτικής, στους σημερινούς Βαρόνους των Μ.Μ.Ε..
Πιστεύω λοιπόν ότι όλη αυτή η κατάσταση θα έχει θετικό αποτέλεσμα.
Όταν μιλάω βέβαια για «θετικό αποτέλεσμα», δεν εννοώ ότι θα επιστρέψει το κύρος και η ποιότητα στα Μ.Μ.Ε..
Αυτό μάλλον δεν θα γίνει ποτέ – και κατά τη γνώμη μου, δεν πρέπει να γίνει.
Μια επανόρθωση του κύρους των Μ.Μ.Ε. σημαίνει εξάλλου μια επανόρθωση του κύρους ενός εξουσιαστικού εργαλείου.
Πιστεύω, αντίθετα, ότι κάθε μέρα, όλο και περισσότεροι άνθρωποι αναρωτιούνται τι συμβαίνει με τα Μ.Μ.Ε. και γιατί αυτά απευθύνονται σε ολοένα και χαμηλότερου επιπέδου ανθρώπους, και όσοι έχουν τη δυνατότητα να σκεφτούν, αναζητούν άλλου τύπου ενημέρωση, και δεν εμπιστεύονται την εκπεμπόμενη σε μαζικό επίπεδο.
Πολλοί άνθρωποι επιστρέφουν στο διάβασμα και στα βιβλία, αντίθετα με τα προγνωστικά.
Ήδη, πολλοί νέοι διαβάζουν καθημερινά μεγάλο όγκο κειμένων, έντυπων και ηλεκτρονικών, όπως αυτό το κείμενο που διαβάζεις τώρα…
Ίσως λοιπόν όλη αυτή η φαινομενική αναρχία και το χάος των Μ.Μ.Ε. σήμερα, να είναι ό,τι καλύτερο έχει συμβεί στη Δημοκρατία τους τελευταίους αιώνες.
Ίσως βαδίζουμε προς μια απελευθέρωση της ιδιωτικής σκέψης, προς μια ευρεία συνειδητοποίηση ότι ο καθένας μας έχει το δικαίωμα να σκέφτεται με τον δικό του τρόπο, προς την οριστική πτώση των όποιων Μεγάλων Αδελφών.
Αν δεν ανατραπεί το παγκόσμιο σκηνικό με κάποιον πολύ βίαιο τρόπο, είμαι σίγουρος ότι τα πράγματα θα εξελιχθούν κάπως έτσι…
[tab:8]Πώς τα Μ.Μ.Ε. ελέγχουν τις τάσεις στο κοινωνικό σύνολο;
Κατά τη γνώμη του υπογράφοντα, προκαλούν τρεις βασικές κατευθυνόμενες ψυχολογικές αντιδράσεις στον άνθρωπο που τα παρακολουθεί:
1. Κατασκευάζουν μια πλαστή και «συγκεκριμενοποιημένη» εικόνα του κοινωνικού συνόλου, και με αυτό τον τρόπο προβάλλουν συγκεκριμένες επίσης τάσεις και καταστάσεις και αποσιωπούν άλλες.
Αν μερικές εφημερίδες περιγράφουν ένα γεγονός ως «κοινωνικής σημασίας» ή «μεγάλου κοινωνικού ενδιαφέροντος», τότε ο πολίτης θεωρεί αυτοματικά το συγκεκριμένο γεγονός ως σημαντικό, ενώ ο ίδιος σε άλλη περίπτωση ίσως θεωρούσε σημαντικό ένα άλλο γεγονός.
Αυτόν τον σκοπό εξυπηρετούν και οι διάφορες δημοσκοπήσεις, γκάλοπ, μετρήσεις δημοτικότητας και οι κάθε λογής κατασκευασμένες στατιστικές αναλύσεις του πληθυσμού.
Δυστυχώς, όλες αυτές βασίζονται στο ότι ο μέσος πολίτης δεν γνωρίζει τους τρόπους με τους οποίους οι στατιστικές μπορούν να «μαγειρευτούν» ώστε να δώσουν συγκεκριμένα αποτελέσματα και τις αποδέχεται ως «επιλογές του κοινωνικού συνόλου».
Σκεφτείτε όμως τι θα γινόταν αν δεν υπήρχαν τα κλασικά Μ.Μ.Ε. (εφημερίδες και τηλεοράσεις), αλλά ο καθένας μας ενημερωνόταν από κάποιο αποκεντρωμένο μέσο ενημέρωσης, όπως ένα ειδικό έντυπο ή μέσω τηλεφώνου, μονάχα για τα θέματα που ενδιαφέρουν τον ίδιο;
Ίσως ακούγεται επικίνδυνο, αλλά μήπως ο κάθε πολίτης θα ήταν έτσι πιο ελεύθερος να αποφασίσει τη δική πορεία δράσης και άρα θα ήταν πιο απρόβλεπτος;
Νομίζω λοιπόν ότι ένα πραγματικά δημοκρατικό και ελεύθερο κράτος που θέλει να προάγει την αυτοδιάθεση των πολιτών, θα πρέπει να θεσπίσει νόμο που να απαγορεύει τα Μ.Μ.Ε. να μιλούν εκ μέρους του «κοινωνικού συνόλου» ή να διαφημίζουν «κυρίαρχες τάσεις».
Υπάρχει μόνο ένας νόμιμος θεσμός για να οριστεί η θέληση του κοινωνικού συνόλου, και αυτός είναι οι εκλογές.
2. Όλα τα Μ.Μ.Ε. κατασκευάζουν μια ψεύτικη εικόνα της πραγματικότητας, «σκηνοθετώντας» καταστάσεις και γεγονότα, τονίζοντας επιλεκτικά κάποιες πλευρές των γεγονότων και αποσιωπώντας άλλες (και το ίδιο ακριβώς κάνουν οι κάθε λογής στατιστικές, που ανέφερα και στο 1).
Όταν αυτό συμβαίνει με συγκεκριμένη πρόθεση επηρεασμού των πολιτών, τότε ονομάζεται Παραπληροφόρηση.
Δυστυχώς, τα Μ.Μ.Ε. διαφημίζουν την «εγκυρότητα» και «αντικειμενικότητά» τους, που βασίζεται –κατ’ αυτά– στον «μεγάλο αριθμό εκείνων που τα παρακολουθούν» και αποτρέπουν τον θεατή τους από την παραπέρα έρευνα.
Δυστυχώς, ο πολίτης σπάνια έχει τη συναίσθηση ότι είναι αδύνατον να λάβει ουσιαστική ενημέρωση για κάποιο θέμα αν δεν ασχοληθεί και από μόνος του, ενεργά, αντλώντας όσο περισσότερα στοιχεία μπορεί από πολλές εναλλακτικές πηγές και με προσωπική έρευνα των γεγονότων.
Κατά τη γνώμη μου, ένα πραγματικά δημοκρατικό κράτος, πρέπει να θεσπίσει νόμο που να υποχρεώνει τα Μ.Μ.Ε. να υπενθυμίζουν πάντοτε στους θεατές τους πως ό,τι παρουσιάζουν είναι οι δικές τους ερμηνείες για τα γεγονότα.
3. Εδώ κρύβεται η σημαντικότερη ίσως αρνητική ψυχολογική λειτουργία των Μ.Μ.Ε.:
Αν ο πολίτης αποδέχεται χωρίς αμφιβολία το ψεύτικο «κύρος» των Μ.Μ.Ε., αποδέχεται επίσης άκριτα την ψευδαίσθηση ότι «συμμετέχει στα κοινά» και ότι ενημερώνεται πραγματικά, ενώ είναι καθισμένος στο σαλόνι του σπιτιού του.
Όμως εκείνη τη στιγμή βρίσκεται ακριβώς στην αντίθετη θέση: Είναι τελείως αποκομμένος από τα κοινά, και λαμβάνει μια κατευθυνόμενη πληροφόρηση, που πολλές φορές έχει σκοπό να τον αποπροσανατολίσει ή να τον καθησυχάσει.
Μια πραγματική δημοκρατική κοινωνία πρέπει λοιπόν να προασπίζει και να κατοχυρώνει την ελεύθερη έκφραση εκείνων που θα προσπαθήσουν να ξυπνήσουν τον κοιμισμένο θεατή θίγοντας τον εφησυχασμό του, προσβάλλοντας τους θεσμούς του, σατιρίζοντας τις καθωσπρέπει αντιλήψεις του, απαξιώνοντας τα κατεστημένα και απομυθοποιώντας τα σύμβολα και τα ιερά του.
Ένα Μ.Μ.Ε. που προσπαθεί να «πουλήσει» κύρος και εγκυρότητα και αρνείται την κριτική ή την αμφιβολία, είναι ένα ύποπτο Μ.Μ.Ε…
[tab:END]
(Το παραπάνω κείμενο του Λουκά Καβακόπουλου είχε δημοσιευτεί το καλοκαίρι του 2006 στο περιοδικό Ζενίθ).
Πολύ ενδιαφέρον κείμενο.Συγχαρητήρια.
Εκπληκτικό κείμενο από έναν εκπληκτικό συγγραφέα. Συγχαρητήρια!